O ήλιος ψήλωσε πάλι με τεμπελιά
μα πιο νωρίς ξυπνάει πάντα για πρωινό στη Χαμα..
μα πιο νωρίς ξυπνάει πάντα για πρωινό στη Χαμα..
η Μπασιρα δεκάξι..... στα δεκαεφτά παιδί,
γυναίκα κι αδερφή, κορίτσι, μ’ ένα μαγικό ραβδί
που βρίσκει τρόπο κάθε πρωί ξυπνά γελώντας,
κάνει ντους σ’ ένα λουτρό με αίμα τραγουδώντας.
Τρώει νιφάδες δημητριακών κρυμμένη στη σκάλα
και θραύσματα από βόμβα βουτηγμένα στο γάλα.
Σε γκρίζο σπίτι χτισμένο με τσιμεντόλιθους
και δέκα τρύπες απ’ του τρανου φασιστα ογκόλιθους
που ’πέσαν στη σκεπή και ’ριξαν φως,
κι έτσι την Μπασιρα προσέχει τώρα πιο καλά ο θεός,
γιατί τη βλέπει και μετρά κάθε πρωί τις προσευχές της,
όπως σήμερα που έκανε δυο με τον καφέ της,
και μια βλαστήμησε φορά, όπως σ’ τα λέω και στα γράφω,
κι ύστερα έφυγε να πάει στης αδερφής της τον τάφο......
Πάει και τη βλέπει το πρωί κάθε μέρα σχεδόν,
γυρνώντας παίρνει εφημερίδα Συριακη σε ευρωπαϊκή βερσιόν,
έπειτα κρύβεται ξανά κάτω απ’ τη σκάλα,
και διαβάζει για τα πλάνα του ΟΗΕ τα μεγάλα,
για τις τοξίνες στο γάλα, τον καιρό στο Λονδίνο,
για της ειρήνης τις κουβέντες στο Δουβλίνο,
για ενός πρωθυπουργού το ροζ παρελθόν,
για τη κριση τον Ομπαμα και της Καμίλας το κραγιόν,
για την πολιτική και τι θα φορεθεί το καλοκαίρι,
συνταγή – γαλλική – “τι να φάει το μεσημέρι”.
Αλλά δε διάβασε γιατί ο “σφαγεας της ερήμου”
σκοτώνει πια εν λευκώ με σφραγίδα επισήμου.
Κι ούτε κατάλαβε γιατί κανείς στη γερασμένη Ευρώπη,
δε γράφει λέξη για της αδερφής της τη νιότη...
Όσο κι αν διάβασε, δε βρήκε πουθενά ...
για όσα συμβαίνουν αλήθεια τα πρωινά στη Χαμα ...
Η Μπασιρα έχει αυτιά φτιαγμένα ειδικά
να πιάνει ήχους στον αέρα και εγκαίρως να ξυπνά,
να αποφεύγει δεξόζερβα τις σφαίρες,
για πρωινή γυμναστική όλες τις μέρες.
Είναι πολύ προσεκτική σε κάθε βήμα,
μην πάει για ψώνια και τη βρει στο κεφάλι κάνα βλήμα.
Έχουν γεράσει σε μια νύχτα τα χέρια της,
πάει ενας χρόνος τώρα που δε βλέπει τον πατέρα της.
Θα ‘θελε να ‘τανε μαζί του στα βουνά κρυμμένη,
κι όχι στη σκάλα με το μπολ του πρωινού να περιμένει.
Θα ‘θελε έστω μια φορά να πάει στην Ευρώπη,
να δει και μόνη της πως ζούνε οι ευγενείς ανθρώποι,
Θα ‘θελε τ’ αύριο να μη μυρίζει ξινισμένο γάλα,
να μη πέφτουνε βόμβες σα της βροχής την ψιχάλα.
Μα πιο πολύ, αύριο θέλει της καρδιάς της οι χτύποι
να ’ναι ακόμα εκεί, κι ό,τι άλλο λείπει ας λείπει......
από το τραγούδι της sadahzinia "πρωινό στη βαγδάτη"
με λίγο αλλαγμένους στίχους για να το παντρέψω με τη Συρια...
με λίγο αλλαγμένους στίχους για να το παντρέψω με τη Συρια...
Very moving.
ΑπάντησηΔιαγραφή